εὐθύνοι

εὐθύνοι
εὐθύ̱νοῑ , εὐθύνω
guide straight
pres opt act 3rd sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • εὔθυνοι — εὔθῡνοι , εὔθυνος masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Евфины — (Εΰθυνοι) χиновники в греческих демократических государствах, контролировавшие вообще деятельность магистратов и в особенности употребление ими общественных денег. Ближе всего известно устройство таких контрольных комиссий в Афинах, в IV в.… …   Энциклопедический словарь Ф.А. Брокгауза и И.А. Ефрона

  • EUTHYNI — Graece Εὔθυνοι, in Atheniensium Rep. Magistratus erant, quos cum Logistis, (apud quos rationes gesti sui Magistratus referebant οἱ εν ἀρχῇ, intra 30. ab abdicato Magistratu dies) eosdem facit Auctor Etymologici; sed aliud docet Philosophus… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • εύθυνος — εὔθυνος, ον (Α) 1. αυτός που τιμωρεί, ο δικαστής 2. (το αρσ. πληθ. ως ουσ.) οἱ εὔθυνοι (στην Αθήνα) οι δέκα άρχοντες που ασκούσαν τον έλεγχο τής διαχείρισης τών δημόσιων λειτουργών όταν έληγε η θητεία τους. [ΕΤΥΜΟΛ. < ευθύνω (< ευθύς). Η… …   Dictionary of Greek

  • λογιστής — ο θηλ. λογίστρια (Α λογιστής) [λογίζομαι] νεοελλ. 1. αυτός που καταγράφει συστηματικά και ταξινομεί τις οικονομικές συναλλαγές και τα οικονομικά και νομικά γεγονότα μιας οικονομικής μονάδας και απεικονίζει σε ειδικές καταστάσεις και με μια… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”